Η δυσλειτουργία της καρδιακής βαλβίδας είναι συχνή στους ηλικιωμένους
Ένας στους τέσσερις ενήλικες ηλικίας άνω των 60 ετών χωρίς γνωστή καρδιακή νόσο είχε σημαντική δυσλειτουργία σε μία από τις τέσσερις καρδιακές βαλβίδες σε μια διαγνωστική μελέτη από την Αγγλία, με την παλινδρόμηση να είναι σημαντικά συχνότερη από τη στένωση.
Αυτό προκύπτει από τα αποτελέσματα που δημοσιεύονται τώρα στο “European Heart Journal – Cardiovascular Imaging”.
Οι 4 “βαλβίδες” που συνδέουν τους δύο κόλπους με τις κοιλίες και αυτές με τις πνευμονικές αρτηρίες ή την αορτή αποτελούν “φθορά” της ανθρώπινης καρδιάς. Οι στενώσεις (στένωση) και οι διαρροές (παλινδρόμηση) αυξάνονται με την ηλικία. Αποτελούν συχνή αιτία για καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις και ολοένα και περισσότερο για θεραπείες με καθετήρες κατά τις οποίες επισκευάζονται ή αντικαθίστανται οι βαλβίδες.
Η έγκαιρη διάγνωση θα είχε το πλεονέκτημα ότι οι καρδιακές βαλβίδες θα μπορούσαν να ανακουφιστούν με φαρμακευτική θεραπεία και η αντικατάσταση ή η επιδιόρθωση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε ηλικία κατά την οποία ο κίνδυνος θα ήταν αποδεκτός.
Οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές τάσσονται υπέρ της έγκαιρης θεραπείας υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ωστόσο, επί του παρόντος δεν υπάρχει κανένα πρόγραμμα ελέγχου.
Τα τελευταία χρόνια, οι καρδιολόγοι του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Αγγλίας στο Νόργουιτς κάλεσαν 10.000 ηλικιωμένους άνω των 60 ετών να συμμετάσχουν σε ένα δωρεάν πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου που περιλαμβάνει ηχοκαρδιογραφία. Ενδιαφέρθηκαν 5.429 άτομα, εκ των οποίων τα 4.237 δεν είχαν γνωστή καρδιακή νόσο και ως εκ τούτου επιλέχθηκαν για τον έλεγχο.
Όπως αναφέρει η ερευνητική επιστημονική ομάδα με επικεφαλής τον Βασίλειο Βασιλείου, 1.094 (28,2 %) είχαν περισσότερες από μία ασήμαντες διαταραχές σε μία από τις 4 καρδιακές βαλβίδες.
Η παλινδρόμηση της τριγλώχινας βαλβίδας (13,8 %), της μιτροειδούς βαλβίδας (12,8 %) και της αορτικής βαλβίδας (8,3 %) ήταν οι πιο συχνές.
Στένωση της αορτής, είτε μόνη της είτε μαζί με άλλες βλάβες, ανιχνεύθηκε σε 44 άτομα (1,0 %), στένωση της μιτροειδούς υπήρχε σε 4 ηλικιωμένους (0,1 %). Στένωση της πνευμονικής ή της τριγλώχινας βαλβίδας δεν διαπιστώθηκε σε κανέναν ασθενή.
O επιπολασμός αύξανόταν με την ηλικία σε ποσοστό από 21,2% σε ανθρώπους ηλικίας 60 – 64 ετών σε 31,5% σε ηλικία από 70 – 74 ετών και σε 53,6% για τους ηλικιωμένους άνω των 85 ετών.
Οι περισσότερες από τις δυσλειτουργίες των καρδιακών βαλβίδων ήταν ήπιες και πιθανώς δεν είχαν καμία επίδραση στην καρδιακή απόδοση.
Ωστόσο, μέτριες έως σοβαρές διαταραχές διαπιστώθηκαν σε 101 συμμετέχοντες (2,4 %). Ο επιπολασμός ήταν ακόμη σχετικά χαμηλός στις ηλικιακές ομάδες 60 έως 64 ετών (1,5 %) και 80 έως 84 ετών (3,1 %). Ωστόσο, το 10,0% των ατόμων άνω των 85 ετών επηρεάστηκε.
Τα συμπτώματα της βλάβης της βαλβίδας περιλαμβάνουν δύσπνοια, πόνο στο στήθος, αίσθημα αδυναμίας ή ζάλης ή οίδημα στους αστραγάλους και τα πόδια. Σύμφωνα με την εμπειρία του κ. Βασιλείου, αυτά συχνά αποδίδονται στην ηλικία και την αδυναμία των ηλικιωμένων, με αποτέλεσμα να διαφεύγει η καρδιολογική διάγνωση.
Πηγές:
European Heart Journal – Cardiovascular Imaging
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Μαλάρια, ελονοσία, δάγκειος πυρετός και άλλα τροπικά νοσήματα
Ανησυχητικά κενά στη διαθεσιμότητα καινοτόμων φαρμάκων σε ολόκληρη την ΕΕ
Αποδίδουν οι προσπάθειες