Λίγο πριν από την ελληνική οικονομική κρίση του 2008-2009, ο Τάκης Κανελλόπουλος, ο οποίος εργαζόταν τότε στην τσιμεντοβιομηχανία Τιτάν, μας είχε δείξει δύο εντυπωσιακές νυχτερινές φωτογραφίες.
Η πρώτη φωτογραφία έδειχνε την Ισπανία το βράδυ και μπορούσες εύκολα να διακρίνεις τον έντονο φωτισμό των ακτών της. Ο κύριος λόγος ήταν τα πολλά καταλύματα που είχαν κτισθεί για να φιλοξενήσουν Βρετανούς και άλλους ξένους τουρίστες.
Η δεύτερη φωτογραφία έδειχνε την Ελλάδα το βράδυ και μπορούσες εύκολα να διακρίνεις ότι υπήρχαν λίγα μέρη με μικρό φωτισμό κατά μήκος της ακτογραμμής με εξαίρεση την Αττική και σε μικρότερο βαθμό την Θεσσαλονίκη.
Ηταν η πρώτη φορά που η στήλη αντιλήφθηκε τι γινόταν στην Ισπανία και ακόμη θυμάται την φράση: «Δεν χρειάζεται να γίνουμε κι εμείς σαν την Ισπανία (κτίζοντας τις ακτές μας).»
Σίγουρα, ακόμη δεν έχουμε φτάσει σ’ αυτό το σημείο, όμως ο αριθμός των τουριστικών αφίξεων στην Ελλάδα αυξάνεται διαρκώς μετά την πανδημία και εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 35 εκ. τουρίστες φέτος από 32,7 εκ. το 2023.
Αναμφίβολα, ο αριθμός εκείνων που άμεσα ή έμμεσα κερδίζουν από τον τουρισμό αυξάνεται. Είναι λογικό να ασκούν πιέσεις στη πολιτεία για την βελτίωση του τουριστικού προϊόντος, π.χ. μείωση των επιβαρύνσεων, κατασκευή νέων υποδομών, εξεύρεση εργατικού δυναμικού μέσω διακρατικών συμφωνιών κ.τ.λ., με σκοπό να διατηρήσουν και να αυγατίσουν τα κέρδη τους.
Οι ίδιοι επισημαίνουν συχνά τα οφέλη που έχει η εθνική οικονομία από τον τουρισμό, π.χ. αύξηση του ΑΕΠ, της απασχόλησης κ.τ.λ., και έχουν δίκιο σ’ αυτό.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν εκείνοι που βιώνουν τις αρνητικές συνέπειες από την τουριστική έκρηξη. Η αυξημένη ζήτηση για υπηρεσίες στέγασης από ξένους τουρίστες εξηγεί σε σημαντικό βαθμό την Άνοιξη των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Οι τελευταίες κατηγορούνται μαζί με την Golden Visa για τις αυξήσεις των ενοικίων στην Αθήνα και άλλες περιοχές της χώρας. Φυσικά, οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας του airbnb αρνούνται πως υπάρχει σχέση.
Επιπλέον, η σημαντική αύξηση του κόστους διαμονής και σίτισης σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, όπως νησιά των Κυκλάδων, καθιστά απαγορευτικές τις διακοπές εκεί σε ένα αυξανόμενο ποσοστό Ελλήνων αλλά και την διαμονή για όλο τον χρόνο σε γιατρούς, δασκάλους κ.τ.λ. Και φυσικά, έχουμε την περιβαλλοντική επιβάρυνση από τον μεγάλο αριθμό των ξένων επισκεπτών.
Η επίλυση της εξίσωσης δεν είναι εύκολη. Η Ελλάδα χρειάζεται τον τουρισμό γιατί αποτελεί σημαντικό γρανάζι της εθνικής οικονομίας και πηγή εισοδήματος και κερδών για εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας. Η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, ο θεματικός τουρισμός π.χ. ιατρικός, συνεδριακός θα πρέπει να ενθαρρυνθούν. Η αναβάθμιση των υποδομών σε λιμάνια, ιατρικά κέντρα, νοσοκομεία θα πρέπει να είναι συνεχής.
Από την άλλη πλευρά, η ελληνική οικονομία δεν θα πρέπει να εξαρτάται πολύ από τον τουρισμό γιατί μπορεί να βρεθεί σε δύσκολη θέση στο μέλλον όπως έδειξε η περίοδος της πανδημίας. Επομένως, οι κρατικοί πόροι που κατευθύνονται στην αποκαλούμενη τουριστική βιομηχανία θα πρέπει να είναι μετρημένοι και να αφορούν τις δημόσιες υποδομές και εγκαταστάσεις.
Ακόμη, η πολιτική της έμμεσης επιδότησης του τουριστικού κλάδου μέσω της πληρωμής επιδομάτων ανεργίας σε εργαζομένους μετά από μερικούς μήνες εργασίας στον τουρισμό κάθε χρόνο θα πρέπει να επανεξετασθεί.
Συνδεόμενο επίσης θέμα είναι εκείνο των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Κατανοούμε ότι η κυβέρνηση αξιολογεί την αποτελεσματικότητα κάποιων ήπιων μέτρων που έχει λάβει. Κι εδώ στόχος δεν μπορεί ούτε το τέλος του airbnb, ούτε όμως η ασυδοσία.
Αργά η γρήγορα, η Ελλάδα θα πρέπει να επιλέξει το μοντέλο του τουρισμού που θέλει. Αν αφεθεί στον αυτόματο πιλότο, το πιο πιθανό αποτέλεσμα είναι ο αποκαλούμενος υπερτουρισμός που βλέπουμε σήμερα σε περιοχές της Ισπανίας. Δεν είναι η σωστή επιλογή κατά την ταπεινή μας άποψη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.
Σχόλια του WBB News
Ο τουρισμός αναμφίβολα αποτελεί σημαντικό τμήμα της ελληνικής οικονομίας, προωθώντας την ανάπτυξη και δημιουργώντας θέσεις εργασίας. Ωστόσο, η βιώσιμη ανάπτυξη του τουρισμού απαιτεί ισορροπημένη προσέγγιση. Η αύξηση των τουριστικών αφίξεων πρέπει να συνοδεύεται από μέτρα που θα διασφαλίζουν την ποιότητα της εμπειρίας του ταξιδιώτη και την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.
Πρέπει να δώσουμε έμφαση στην ποικιλία των προϊόντων τουρισμού και στην ανάπτυξη των υποδομών, ενώ παράλληλα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων, όπως η υπερβολική εκμετάλλευση των πόρων και η υπερβολική αύξηση του κόστους διαβίωσης σε ορισμένες περιοχές.
Είναι αναγκαίο να διαμορφώσουμε ένα βιώσιμο μοντέλο τουρισμού που θα σέβεται το περιβάλλον, θα προωθεί τον πολιτισμό και θα συμβάλλει στην αειφόρο ανάπτυξη των τοπικών κοινοτήτων. Μόνο έτσι μπορούμε να διασφαλίσουμε ένα βιώσιμο και επιτυχημένο μέλλον για τον τουρισμό στην Ελλάδα.