«Καμπανάκι» τραπεζών για πιέσεις στους καταναλωτές
Οι μεγάλες αμερικανικές τράπεζες προειδοποίησαν ότι οι χαμηλού εισοδήματος πελάτες τους παρουσιάζουν σημάδια οικονομικής πίεσης λίγους μόλις μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.
Στα αποτελέσματα δεύτερου τριμήνου που δημοσίευσαν την Παρασκευή, η JPMorgan Chase, η Citigroup, η Wells Fargo και η BNY βάρεσαν «καμπανάκι» για τους καταναλωτές που βλέπουν τις αποταμιεύσεις τους να μειώνονται και τις τιμές να ανεβαίνουν.
Τα κυβερνητικά προγράμματα τόνωσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας βοήθησαν τους Αμερικανούς να αντιμετωπίσουν την άνοδο του πληθωρισμού τα τελευταία χρόνια, αλλά καθώς τα τα χρήματα αυτά ξοδεύτηκαν, η οικονομική υγεία του αμερικανού καταναλωτή θα μπορούσε να παίξει κρίσιμο ρόλο στην έκβαση της προεδρικής ψηφοφορίας του Νοεμβρίου, τονίζουν οι Financial Times.
H καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένει «πεισματικά υποτονική» και έπεσε σε χαμηλό οκτώ μηνών των 66, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν που δόθηκε στη δημοσιότητα την Παρασκευή.
Τα κέρδη στον κλάδο καταναλωτικών δανείων της Citi στις ΗΠΑ, που περιλαμβάνει τις πιστωτικές κάρτες, μειώθηκαν κατά 74% σε σχέση με ένα χρόνο πριν. Ο οικονομικός διευθυντής της τράπεζας, Μαρκ Μέισον, δήλωσε ότι οι καταναλωτικές δαπάνες επιβραδύνονται συνολικά, με τα υπόλοιπα των λογαριασμών να είναι πλέον χαμηλότερα από ό,τι πριν από την πανδημία.
Οι αμερικανοί καταναλωτές ήταν πιο επιφυλακτικοί από ό,τι πριν από λίγο καιρό, πρόσθεσε. «Δεν βλέπουμε την ίδια αύξηση στις καταναλωτικές δαπάνες που είχαμε τα προηγούμενα τρίμηνα», δήλωσε ο Μέισον. «Υπήρχε λιγότερη κίνηση στους χώρους λιανικής πώλησης με τους οποίους συνεργαζόμαστε» πρόσθεσε.
Ο οικονομικός επικεφαλής της JPMorgan, Τζέρεμι Μπάρνουμ, δήλωσε ότι «η γενικότερη αντίληψη της τράπεζας είναι ότι ο καταναλωτής είναι καλά», αλλά επεσήμανε την αδυναμία μεταξύ των λιγότερο εύπορων πελατών.
«Στα χαμηλότερα εισοδήματα, αρχίζετε να βλέπετε μερικά στοιχεία για μια στροφή από δαπάνες διακριτικής ευχέρειας σε δαπάνες για τα αναγκαία», τόνισε, προσθέτοντας ότι αυτό είναι κάτι που «παραδοσιακά . . . θεωρείται σε ένα βαθμό σημάδι αδυναμίας».
Ο διευθύνων σύμβουλος της BNY, Ρόμπιν Βινς, προειδοποίησε ότι «ο πληθωρισμός είναι πολύ επώδυνος για πολλούς ανθρώπους», ιδιαίτερα αυτούς που δεν έχουν αποταμιεύσεις.
«Μπορείτε να δείτε τα πρώτα σημάδια ότι εκείνο το τμήμα του πληθυσμού [που δεν έχει περιουσιακά στοιχεία για να επενδύσει στο χρηματιστήριο] έχει εξαντλήσει τα αποθέματα που είχε δημιουργήσει κατά τη διάρκεια της πανδημίας και είναι αντιμέτωπο με το ότι το συνολικό επίπεδο των τιμών είναι υψηλότερο», είπε ο Βινς.
Οι ανησυχίες των τραπεζιτών για τους Αμερικανούς με χαμηλότερο εισόδημα απηχούν την προειδοποίηση της Pepsi την Πέμπτη ότι οι όγκοι των πωλήσεών της στη Βόρεια Αμερική επλήγησαν από τον αντίκτυπο του πολυετούς πληθωρισμού στους καταναλωτές με χαμηλότερο εισόδημα.
Η JPMorgan, η Citi και η Wells – τρεις από τις τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ από άποψη ενεργητικού – καθώς και η BNY ανέφεραν χαμηλότερα έσοδα από δάνεια.
Η Wells είπε ότι η ζήτηση για δάνεια ήταν «χλιαρή» από πρόσωπα και εταιρικούς πελάτες και υποβάθμισε τις προοπτικές για τα κέρδη από τα δάνεια για το υπόλοιπο του έτους.
«Όταν κοιτάς κάτω από την επιφάνεια και πραγματικά ψάχνεις να δεις τι συμβαίνει σε διαφορετικούς καταναλωτές, βλέπεις ότι οι άνθρωποι με χαμηλότερο εισόδημα δυσκολεύονται», δήλωσε ο οικονομικός διευθυντής της Wells, Μάικ Σαντομάσιμο.
ΗΠΑ,καταναλωτές,πληθωρισμός,οικονομική κατάσταση