Διπλό χτύπημα στη Δύση από Σαουδική Αραβία και Ινδία
Η Σαουδική Αραβία άφησε να εννοηθεί το προηγούμενο διάστημα ότι ενδέχεται να πουλήσει ευρωπαϊκό χρέος εάν η G-7 αποφασίσει να κατασχέσει τα ύψους 300 δισ. δολάρια δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων της Ρωσίας, αποκαλύπτουν πηγές στο Bloomberg.
Το υπουργείο Οικονομικών του Bασιλείου επεσήμανε σε ορισμένους ομολόγους του G-7 την αντίθεσή του στην ιδέα, η οποία είχε σκοπό να υποστηρίξει την Ουκρανία. Οι Σαουδάραβες ανέφεραν συγκεκριμένα χρέος που εκδόθηκε από τη Γαλλία.
Τον Μάιο και τον Ιούνιο, το G-7 διερευνούσε διαφορετικές επιλογές σχετικά με τα κεφάλαια της ρωσικής κεντρικής τράπεζας. Τελικά συμφώνησε να αξιοποιήσει τα κέρδη και να μην πειράξει τα περιουσιακά στοιχεία παρά την πίεση των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου για πιο τολμηρές επιλογές, συμπεριλαμβανομένης της άμεσης κατάσχεσης. Ορισμένα κράτη μέλη του ευρώ ήταν κατά αυτής της ιδέας, ανησυχώντας ότι θα μπορούσε να υπονομεύσει το νόμισμα.
Η στάση της Σαουδικής Αραβίας πιθανότατα επηρέασε την απροθυμία αυτών των χωρών. «Δεν έγιναν τέτοιες απειλές», σύμφωνα με δήλωση που εστάλη από το υπουργείο Οικονομικών της Σαουδικής Αραβίας. «Η σχέση μας με το G-7 και άλλους είναι αμοιβαίου σεβασμού και συνεχίζουμε να συζητάμε όλα τα θέματα που προάγουν την παγκόσμια ανάπτυξη και ενισχύουν την ανθεκτικότητα του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος».
Οι θέσεις του Βασιλείου σε ευρώ και γαλλικά ομόλογα μπορεί να ανέρχονται σε δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά πιθανότατα δεν είναι αρκετά μεγάλα για να κάνουν σημαντική διαφορά εάν πουληθούν. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εξακολουθούσαν να ανησυχούν επειδή άλλες χώρες μπορεί να είχαν ακολουθήσει το παράδειγμα της Σαουδικής Αραβίας.
Ένας Σαουδάραβας αξιωματούχος είπε ότι δεν ήταν το στυλ της κυβέρνησης να κάνει τέτοιες απειλές, αλλά ότι πιθανώς περιέγραψε στα μέλη της G-7 τις ενδεχόμενες συνέπειες τυχόν κατασχέσεων.
Η θέση της Σαουδικής Αραβίας άλλαξε αφού τα έθνη της G-7 έκαναν μια πρόταση που δεν απαλλοτριώνει τα περιουσιακά στοιχεία, είπε μια πηγή. Η Σαουδική Αραβία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αργού πετρελαίου στον κόσμο και η κεντρική της τράπεζα έχει καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα 445 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το κρατικό επενδυτικό ταμείο έχει επίσης περιουσιακά στοιχεία σχεδόν 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων.
Ο Μόντι
Από την άλλη πλευρά, ο Ινδός Ναρέντρα Μόντι και ο Ρώσος Βλαντιμίρ Πούτιν συμφώνησαν να ενισχύσουν το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών τους, αψηφώντας τις δυτικές προσπάθειες να πιεστεί η ρωσική οικονομία.
Κατά την επίσκεψη του Μόντι στη Μόσχα τη Δευτέρα και την Τρίτη, ο ίδιος και ο Πούτιν δεσμεύτηκαν να αυξήσουν το ετήσιο διμερές εμπόριο στα 100 δισ. δολάρια έως το 2030, από 65 δισ. δολάρια σήμερα, με την Ινδία να εισάγει περισσότερο ρωσικό πετρέλαιο και λιπάσματα και να επιδιώκει να εξάγει περισσότερα αγροτικά και βιομηχανικά προϊόντα.
Ο Μόντι -ο οποίος επιδιώκει να έχει ολοένα και πιο στενούς δεσμούς με τη Ρωσία έχοντας κατά νου και τον στρατηγικό αντίπαλο της Ινδίας, την Κίνα- χαιρέτισε τη Ρωσία ως τον «φίλο παντός καιρού» της Ινδίας κατά την επίσκεψή του και του απονεμήθηκε από τον Πούτιν η υψηλότερη πολιτική τιμή της χώρας, το Τάγμα του Αγίου Ανδρέα.
Το Κρεμλίνο, το οποίο προσπάθησε να συσπειρώσει χώρες όπως η Ινδία πίσω από το όραμα του Πούτιν για μια «παγκόσμια πλειοψηφία» υπό την ηγεσία της Μόσχας για να αμφισβητήσει την ηγεμονία των ΗΠΑ, χαιρέτισε το ταξίδι ως ένδειξη ότι οι δυτικοί υποστηρικτές της Ουκρανίας απέτυχαν να απομονώσουν τη Ρωσία ή να δημιουργήσουν υποστήριξη στο Κίεβο από τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Ο Πούτιν ευχαρίστησε τον Μόντι για τις προσπάθειες του Ινδού πρωθυπουργού να «βρεθεί ένας τρόπος επίλυσης της ουκρανικής κρίσης με ειρηνικά μέσα κυρίως» κατά τη διάρκεια μιας πεντάωρης συνομιλίας στην κατοικία του Ρώσου προέδρου. Η Ινδία δεν έχει καταδικάσει την εισβολή ή δεν έχει πάρει θέση στον πόλεμο, αλλά έχει ζητήσει τον τερματισμό των εχθροπραξιών, ενώ προσφέρει στη Μόσχα μια κρίσιμη βοήθεια απέναντι στις δυτικές κυρώσεις, αυξάνοντας τις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Το Νέο Δελχί έχει μια σχέση δεκαετιών με τη Ρωσία, τον μεγαλύτερο προμηθευτή όπλων της.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολόντιμιρ Ζελένσκι επέκρινε τον Μόντι για την επίσκεψη, χαρακτηρίζοντάς την «μια τεράστια απογοήτευση». Ο Ζελένσκι το περιέγραψε στο X ως «καταστροφικό πλήγμα στις ειρηνευτικές προσπάθειες το να βλέπουμε τον ηγέτη της μεγαλύτερης δημοκρατίας στον κόσμο να αγκαλιάζει τον πιο αιματηρό εγκληματία του κόσμου στη Μόσχα».
Ζελένσκι,Μόντι,Σαουδική Αραβία