Μικροπλαστικά ανιχνεύτηκαν και στα υπόγεια νερά της Αττικής στην πρώτη καταγραφή που έγινε στον ελληνικό χώρο. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι ο πολυτιμότερος πόρος του πλανήτη, πέρα από την κατασπατάληση που υφίσταται, ρυπαίνεται επικίνδυνα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία ανθρώπων και ζώων.
Η κατάρριψη του τελευταίου προπυργίου για καθαρό νερό έγινε μέσα από την έρευνα που διεξήχθη από τη Σχολή Μεταλλειολόγων – Μεταλλουργών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), με επικεφαλής την καθηγήτρια Μαρία Περράκη, και από το Τμήμα Αξιοποίησης Φυσικών Πόρων και Γεωργικής Μηχανικής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΓΠΑ), με επικεφαλής τον καθηγητή Ιωάννη Παπανικολάου.
Σήμερα, η επικρατούσα άποψη είναι ότι τα υπόγεια νερά σε μεγάλα βάθη είναι προστατευμένα. Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν ισχύει πλέον, αφού εντοπίστηκαν μικροπλαστικά σε γεωτρήσεις με βάθος άνω των 50 μέτρων. Ετσι, είναι προφανές ότι τα μικροπλαστικά “μεταναστεύουν» και σε μεγάλα βάθη, υποβαθμίζοντας την ποιότητα των υπόγειων νερών, που αποτελούν και την κύρια υδρευτική πηγή.
Οι ερευνητικές ομάδες από το ΕΜΠ και το ΓΠΑ πραγματοποίησαν λεπτομερή έρευνα για την παρουσία μικροπλαστικών στα υπόγεια και επιφανειακά νερά στη λεκάνη απορροής του Ερασίνου, στη Νοτιοανατολική Αττική.
Στα δείγματα που συλλέχθηκαν από επιφανειακά νερά (ρέματα κ.λπ.) και από υπόγεια υδροφόρα συστήματα (πηγάδια, γεωτρήσεις) στη λεκάνη του Ερασίνου, διαπιστώθηκε η παρουσία μικροπλαστικών με μέση συγκέντρωση 212,5 τεμάχια/λίτρο. Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις καταγράφηκαν σε πηγάδια, με μέγιστη τιμή 523 τεμάχια/λίτρο, ενώ οι χαμηλότερες τιμές, 16 τεμάχια/λίτρο, καταγράφηκαν σε γεώτρηση με βάθος νερού άνω των 50 μέτρων.
Στα υπόγεια νερά η μέση συγκέντρωση υπολογίστηκε στα 182,5 τεμάχια/λίτρο, ενώ στα επιφανειακά νερά παρατηρείται μεγαλύτερη συσσώρευση, με μέση τιμή 278,2 τεμάχια/λίτρο. Στα παρόχθια τμήματα του Ερασίνου ποταμού καταγράφηκε αυξημένη συγκέντρωση μικροπλαστικών, γεγονός που υποδεικνύει τον ρόλο των επιφανειακών νερών στη μεταφορά και μετανάστευση των μικροπλαστικών στα υπόγεια νερά.
Οι ερευνητές κατάφεραν να ταυτοποιήσουν τέσσερα είδη μικροπλαστικών: πολυαιθυλένιο (PE), πολυπροπυλένιο (PP), πολυστυρένιο (PS) και τερεφθαλικό πολυαιθυλένιο (PET), με τα δύο πρώτα να επικρατούν.
Μέχρι σήμερα, δεν έχει θεσπιστεί από την ΕΕ ανώτατο αποδεκτό όριο για τις τιμές των μικροπλαστικών στα υπόγεια νερά. Αυτός είναι και ο λόγος που οι ειδικοί επισημαίνουν την ανάγκη για μελέτη των ακριβών επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία.
Η έρευνα επικεντρώθηκε στα Σπάτα, στη Βραυρώνα, στη Ραφήνα και στην Αρτέμιδα, περιοχές που δέχονται πολλαπλές περιβαλλοντικές και ανθρωπογενείς πιέσεις, κυρίως από αγροτικές (γεωργία, κτηνοτροφία) και βιομηχανικές δραστηριότητες, τη λειτουργία του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος», των εμπορικών κέντρων και την αστικοποίηση.
Η παρουσία των μικροπλαστικών στη λεκάνη του Ερασίνου, όπως προαναφέρθηκε, αποτελεί την πρώτη καταγραφή σε υπόγεια νερά στον ελληνικό χώρο. Η έρευνα δείχνει ότι οι αγροτικές δραστηριότητες, οι αερομεταφορές, οι εκτεταμένες αντλήσεις, οι βόθροι, η απόρριψη απορριμμάτων σε επιφανειακούς αποδέκτες, όπως ποτάμια, και η διήθηση στα βαθύτερα στρώματα του εδάφους και στα υπόγεια νερά αποτελούν τα βασικότερα αίτια της παρουσίας των μικροπλαστικών στη λεκάνη του Ερασίνου.
Η καθηγήτρια Ορυκτολογίας και Περιβαλλοντικής Γεωχημείας στο ΕΜΠ Μαρία Περράκη επισημαίνει ότι η απουσία θεσμικού πλαισίου και καθορισμένων πρωτοκόλλων δειγματοληψίας, διαχωρισμού και ανάλυσης, καθώς και οι περιορισμοί στην εφαρμογή αναλυτικών τεχνικών λόγω του πολύ μικρού μεγέθους των σωματιδίων, οδηγούν σε περιπτώσεις υπερεκτίμησης ή υποεκτίμησης της παρουσίας των μικροπλαστικών, καθώς και σε αδυναμία ακριβούς ποσοτικοποίησης και προσδιορισμού του τύπου τους.
Η έρευνα έδειξε ότι οι υπόγειοι υδροφόροι ορίζοντες στο παράκτιο τμήμα της Αττικής βρίσκονται σε κατάσταση υφαλμύρωσης λόγω των εντατικών αντλήσεων για την κάλυψη των υδατικών αναγκών, κυρίως αρδευτικών.
Η υφαλμύρωση των υπόγειων υδάτων, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, επηρεάζει αρνητικά τις καλλιέργειες και τα φυτά που ποτίζονται από γεωτρήσεις, με επιπτώσεις και στην τροφική αλυσίδα.
Σύμφωνα με ειδικούς, το υφάλμυρο νερό συνήθως περιέχει μικροβιολογικό φορτίο και βαρέα μέταλλα, που, αν χρησιμοποιείται σε μεγάλες ποσότητες, μπορεί να επηρεάσει την ανθρώπινη υγεία, προκαλώντας υπέρταση, σχηματισμό ελεύθερων ριζών κ.ά.
Η κλιματική κρίση που βιώνουμε στις μέρες μας έχει οδηγήσει σε μείωση των υδάτινων αποθεμάτων, κυρίως για ύδρευση και δευτερευόντως για άλλες χρήσεις (αγροτικές, βιομηχανικές, οικιακές κ.λπ.). Η ανομβρία των τελευταίων δύο ετών, ο υπερτουρισμός, η αλόγιστη χρήση νερού και οι απώλειες από τα παλαιωμένα δίκτυα έχουν μειώσει τους υδάτινους πόρους, με αποτέλεσμα πολλές περιοχές στην Ελλάδα να εκπέμπουν σήμα κινδύνου. Το φάντασμα της λειψυδρίας που τρόμαζε τον κόσμο στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές του ’90 φαίνεται να έχει επιστρέψει και όλα δείχνουν ότι θα παραμείνει για αρκετό καιρό.
Ωστόσο, η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει στην υποβάθμιση της ποιότητας των νερών, γεγονός που μειώνει τα διαθέσιμα εκμεταλλεύσιμα αποθέματα. Η παρουσία των μικροπλαστικών στα υπόγεια νερά προσθέτει επιπλέον επιβάρυνση και συμβάλλει στη δραστική μείωση των διαθέσιμων αποθεμάτων. Σύμφωνα με τους μελετητές της έρευνας, η έγκαιρη καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης στα υπόγεια νερά σχετικά με τα μικροπλαστικά, μέσω συστηματικής παρακολούθησης, ο καθορισμός των πηγών προέλευσής τους, ο προσδιορισμός του μηχανισμού μετανάστευσής τους και η αναγνώριση των υδρογεωλογικών και υδραυλικών συνθηκών κάθε περιοχής που ευνοούν τη διασπορά τους θα μπορούσαν να αποτελέσουν το πρώτο μέτρο περιορισμού και αντιμετώπισης της παρουσίας των μικροπλαστικών στα νερά.
Παράλληλα, ο περιορισμός της χρήσης των πλαστικών και η ενίσχυση της ανακύκλωσής τους θα μπορούσαν να αποτελέσουν αποτελεσματικά μέτρα πρόληψης, τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο κοινωνίας.
Οι νέες κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη των επιχειρήσεων δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην παρουσία των μικροπλαστικών στα νερά και στα εδάφη, προτρέποντας τις επιχειρήσεις να λάβουν άμεσα μέτρα.
……………………………………………………
Ενας ακόμη αόρατος κίνδυνος, για την ακρίβεια ένα δηλητήριο, εξακολουθεί να βρίσκεται στο ποτήρι και στο πιάτο – κυρίως – όσων ζουν σε αγροτικές περιοχές, επηρεάζοντας την υγεία τους αλλά και το περιβάλλον.
Ο αόρατος κίνδυνος έχει όνομα: νιτρορύπανση. Προέρχεται από την υπερβολική χρήση αγροχημικών προϊόντων (λιπάσματα, φυτοφάρμακα, ζιζανιοκτόνα κ.ά.) με μεγάλη περιεκτικότητα σε νιτρικά ιόντα. Αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα υποβάθμισης των υδάτων, που εμφανίστηκε ήδη από τη δεκαετία του ’80 σε όλη την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Κατά καιρούς λαμβάνονται μέτρα (υπάρχει άλλωστε και κοινοτική οδηγία από το 1991), αλλά ακόμη και σήμερα υπάρχουν περιοχές από τον Εβρο έως την Κρήτη, κυρίως σε περιοχές με εκτεταμένες αγροτικές δραστηριότητες, όπου η ποιότητα των υδάτων κρίνεται προβληματική ως προς τις χρήσεις τους (πόση, άρδευση, βιομηχανική χρήση, αστική χρήση). Πρόκειται για τις λεγόμενες «ευπρόσβλητες» ζώνες από νιτρική ρύπανση (θεσπίστηκαν από τον Μάιο του 2019).
Στα υπόγεια ύδατα, η νιτρορύπανση εμφανίζεται κυρίως με τη μορφή αθροιστικής συσσώρευσης νιτρικών, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνουν σε επίπεδα που είναι απαγορευτικά για τη χρήση του νερού για σκοπούς ύδρευσης. Ως οριακή τιμή έχει καθοριστεί από την ελληνική και διεθνή νομοθεσία η συγκέντρωση των 50 mg/l, ωστόσο, ακόμα και σε μικρότερες συγκεντρώσεις (μεγαλύτερες από 25 mg/l), δημιουργείται προβληματισμός για μακροχρόνια υδρευτική χρήση του νερού.
Η νιτρορύπανση επηρεάζει πρωτίστως τα επιφανειακά και έπειτα τα υπόγεια ύδατα. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Τι προβλήματα προκαλεί στον ανθρώπινο οργανισμό;
«Αυτά που ξέρουμε είναι όσα περιγράφονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα νιτρικά ιόντα, που δημοσιεύτηκε το 2018» λέει ο καθηγητής Γεωργίας και Βιολογικής Γεωργίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημήτρης Μπιλάλης. Και συμπληρώνει: «Σύμφωνα με την έκθεση, στον ανθρώπινο οργανισμό προκαλούνται αιματολογικά προβλήματα, ειδικά στα παιδιά ή στα νεογνά (το σύνδρομο του αιφνίδιου θανάτου, γνωστό ως “blue baby”). Συγκεκριμένα, μπορεί να προκαλέσει μεθαιμοσφαιριναιμία, η οποία εμποδίζει την κανονική μεταφορά οξυγόνου από το αίμα στους ιστούς, με συνέπεια να προκαλείται κυάνωση και, σε υψηλότερες συγκεντρώσεις, ασφυξία, που μπορεί να αποδειχθεί θανάσιμη για τα βρέφη».
Σύμφωνα με τον ίδιο, αν και έχουν ληφθεί μέτρα, η πλήρης εικόνα του προβλήματος δεν είναι διαθέσιμη, επειδή δεν υπάρχει επικαιροποιημένη εθνική έκθεση ποιότητας υδάτων. Η ΕΕ ήδη συζητά την επόμενη πολιτική της, τη λεγόμενη «Μπλε Συμφωνία», που αφορά την ποιότητα και την ποσότητα των υδάτων σε όλους τους τομείς.
Οι κύριες πηγές νιτρορύπανσης προέρχονται κατά κύριο λόγο από ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Οι αγροτικές δραστηριότητες, γεωργικές και κτηνοτροφικές, αποτελούν τις σημαντικότερες αιτίες της νιτρορύπανσης. Υψηλές συγκεντρώσεις νιτρικών ενώσεων παρατηρούνται σε περιοχές με αυξημένη γεωργική δραστηριότητα, όπου γίνεται εντατική χρήση αζωτούχων λιπασμάτων, καθώς και σε περιοχές με μεγάλη συγκέντρωση ζωικών αποβλήτων. Οι βόθροι και οι χωματερές αποτελούν πρόσθετες πηγές νιτρορύπανσης.
Εγιναν κάποιες διορθώσεις για να βελτιωθεί η σαφήνεια και η ροή του κειμένου, καθώς και για να διορθωθούν ορθογραφικά ή γραμματικά λάθη.
Σχόλια του WBB News
Η ανεξέλεγκτη χρήση πλαστικών και η χρήση αγροτικών χημικών προϊόντων αποτελούν σοβαρούς παράγοντες ρύπανσης των υπόγειων νερών στην Αττική. Η παρουσία μικροπλαστικών στα υπόγεια νερά αποκαλύπτει την έκταση του προβλήματος, ενώ η νιτρορύπανση επηρεάζει την υγεία των ανθρώπων και του περιβάλλοντος. Απαιτούνται επείγουσες ενέργειες για την προστασία των υδάτων μας και τη μείωση της ρύπανσης. Είναι καιρός να αναλάβουμε δράση με συλλογικές προσπάθειες και αλλαγές στις συνήθειές μας για τη διατήρηση του περιβάλλοντος μας και την προστασία της υγείας μας.